ΝΕΟ ΚΟΜΜΑ – ΠΡΩΤΗ ΝΙΚΗ

ΕΚΛΟΓΕΣ 1950, 1956 ΚΑΙ 1974

Η πρώτη συμμετοχή ενός νεότευκτου πολιτικού κόμματος στις κάλπες είναι πάντοτε μια δοκιμασία. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταγεγραμμένη εκλογική προϊστορία, άρα και προηγούμενη εκλογική επίδοση, καθιστά εκ των πραγμάτων την πρώτη αναμέτρηση αχαρτογράφητη διαδρομή. Οι περιπτώσεις, όμως, της Εθνικής Προοδευτικής Ένωσις Κέντρου (ΕΠΕΚ) του Νικόλαου Πλαστήρα το 1950, της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης (ΕΡΕ) του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1956 και της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ), πάλι με αρχηγό τον Καραμανλή, το 1974, καταδεικνύουν ότι κάποιες φορές η συμμετοχή νέων σχηματισμών στον πολιτικό στίβο επιβραβεύεται εξαρχής.

Η ΕΠΕΚ ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1950, μόλις δύο μήνες πριν από τις εκλογές της 5ης Μαρτίου. Με ηγέτη της τον θρυλικό «Μαύρο Καβαλάρη», η ΕΠΕΚ στελεχώθηκε από πρόσωπα, τα οποία αφενός δεν συμμετείχαν στα συνεργατικά κυβερνητικά σχήματα της περιόδου 1947-1949, άρα δεν είχαν υποστεί τη φθορά της διαχείρισης του Εμφυλίου, αφετέρου απείχαν και από τη Βουλή του 1946, καθώς δεν είχαν λάβει μέρος στις εκλογές του 1946. Άλλωστε, ούτε ο ίδιος ο Πλαστήρας είχε δοκιμαστεί τότε στις κάλπες. Η ΕΠΕΚ επιχείρησε να προσεταιριστεί την ευρεία, μετριοπαθή πτέρυγα του ΕΑΜ, προβάλλοντας συμφιλιωτικό προεκλογικό λόγο, με στόχο να λειτουργήσει ως όχημα ομαλής μετάβασης σε μια νέα εποχή, στην οποία ο Εμφύλιος και οι επιπτώσεις του θα έμπαιναν σε δεύτερο πλάνο. Ο προγραμματικός λόγος της ΕΠΕΚ συμπυκνώνεται στο σύνθημα της «ειρήνευσης», πτυχή του οποίου ήταν και η άρση των έκτακτων μέτρων που είχαν επιβληθεί κατά τη διάρκεια της εμφύλιας σύρραξης (αναστολή εκτελέσεων, κλείσιμο στρατοπέδου Μακρονήσου κλπ).

Διαβάστε περισσότερα

Παρά το γεγονός ότι η ΕΠΕΚ μετρούσε ελάχιστο πολιτικό βίο, έλαβε στις κάλπες του Μαρτίου το 16,44% των ψήφων, αντιπαρατασσόμενη επί ίσοις όροις με τα δύο παραδοσιακά κόμματα: Το Λαϊκό Κόμμα του Τσαλδάρη (18,8%) και το Κόμμα Φιλελευθέρων με αρχηγό τον Σοφοκλή Βενιζέλο (17,24%). Τόσο ο Τσαλδάρης, όσο και ο Βενιζέλος παραδέχθηκαν τον Πλαστήρα ως πραγματικό νικητή των εκλογών, εξ ου και ο Παύλος έδωσε στον παλαιό στρατιωτικό την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.

Έχοντας επιλεγεί από τον βασιλιά Παύλο ως διάδοχος του Παπάγου μετά το θάνατο του στρατάρχη στις 4 Οκτωβρίου του 1955, ο Καραμανλής αισθανόταν από την αρχή της θητείας του έλλειμμα νομιμοποίησης όσον αφορά την παραμονή του στον πρωθυπουργικό θώκο. Έτσι, μόλις λίγους μήνες μετά την ανάρρησή του στην πρωθυπουργία, αποφάσισε όχι μόνο να προχωρήσει σε εκλογές, αλλά να διαλύσει τον Ελληνικό Συναγερμό και να προχωρήσει στην ίδρυση της ΕΡΕ. Άλλωστε, πέρα από το γεγονός ότι ο θάνατος του Παπάγου σηματοδότησε εκ των πραγμάτων το τέλος του Συναγερμού, ο ίδιος ο Καραμανλής επεδίωξε να κάνει μια δυναμική είσοδο στην ελληνική πολιτική σκηνή, θέτοντας στο περιθώριο τον παλαιοκομματισμό που απέπνεε ο Συναγερμός. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΡΕ συμπεριέλαβε στα ψηφοδέλτιά της και αρκετά άφθαρτα στελέχη του κεντρώου χώρου, όπως ήταν ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, αλλά και τεχνοκράτες όπως ο Παναγής Παπαληγούρας. Βασικά αιτήματα της ΕΡΕ ήταν ο οικονομικός εκσυγχρονισμός της χώρας, η επίτευξη αλματώδους ανάπτυξης, η νομισματική σταθερότητα και η κρατική παρέμβαση σε όποιους τομείς της οικονομίας ήταν αυτή απαραίτητη.

Στις εκλογές του Φεβρουαρίου 1956 η ΕΡΕ μειοψήφησε σε ποσοστό έναντι της ανομοιογενούς Δημοκρατικής Ένωσης (47,38%- 48,15%), έλαβε όμως περισσότερες έδρες χάρη στο εκλογικό σύστημα (το λεγόμενο «τριφασικό»). Ούτως ή άλλως το 47,38% ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά που συγκέντρωσε ποτέ ελληνικό κόμμα στη σύγχρονη Ιστορία. Πάντως, παρά τη νέα πολιτική προσέγγιση του Καραμανλή στα ελληνικά πράγματα, η ΕΡΕ δεν απέφυγε- τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης- τις στενές σχέσεις με το Παλάτι, ενώ παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό δέσμια των σκληρών δεξιών αντιλήψεων του παρελθόντος.

Η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή συγκέντρωσε στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 το υψηλότερο ποσοστό που έχει λάβει ποτέ κόμμα στην Ελλάδα. Το 54,37% οφειλόταν φυσικά και στο γεγονός ότι κατά τη συγκεκριμένη συγκυρία ουδείς άλλος εκπρόσωπος του προδικτατορικού πολιτικού κόσμου πλην του Καραμανλή φαινόταν ικανός και έτοιμος να αναλάβει τη μετάβαση στη δημοκρατία.

Εκτός αυτού, ο Σερραίος πολιτικός είχε αφήσει ανοικτές υποθέσεις από το 1963- όταν και αποχώρησε οικειοθελώς από την πολιτική σκηνή- με σημαντικότερη την ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας προς την Οικονομική Κοινότητα. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ο Καραμανλής προχωρά σε τρεις τομές με το παρελθόν: Νομιμοποιεί το ΚΚΕ. Λαμβάνει ουδέτερη θέση στο πολιτειακό δημοψήφισμα, διαρρηγνύοντας ουσιαστικά τη σχέση της συντηρητικής παράταξης με το Στέμμα. Προχωρά στο αίτημα για τη σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ.

Το παρασκήνιο

  • Οι εκλογές του 1950 διεξήχθησαν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Η λογική του πολιτικού συστήματος τότε ήταν ότι μετά μια περίοδο έντονης κρίσης, τα κόμματα έπρεπε να «μετρηθούν» με βάση το πιο δίκαιο εκλογικό σύστημα.
  • Η ημέρα που ο βασιλιάς Παύλος συναντήθηκε με τον Πλαστήρα προκειμένου να του δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ήταν μια αποφράδα ημέρα για το Στέμμα. Ο Πλαστήρας ήταν ο άνθρωπος που πρωτοστάτησε καταρχάς στην εκδίωξη του Κωνσταντίνου από τον θρόνο (1922) και στη συνέχεια στην εξορία του Γεωργίου Β’ από την Ελλάδα (1924). Ο βασιλιάς έπρεπε να συνεργαστεί με τον διώκτη του πατέρα του και του αδελφού του.
  • Η παρουσία του Σοφοκλή Βενιζέλου στις συνεργατικές κυβερνήσεις του κέντρου με κορμό την ΕΠΕΚ, ήταν η «γέφυρα» μεταξύ Πλαστήρα – Ανακτόρων. Παρότι υιός του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο Σοφοκλής είχε ανέκαθεν στενές σχέσεις το Στέμμα και αποτελούσε διαχρονικά μια πιθανή εναλλακτική επιλογή για την πρωθυπουργία όταν οι σχέσεις του κεντρώου χώρου με το Παλάτι οδηγούνταν στα άκρα. Πολλοί λένε πως αν δεν είχε πεθάνει ο Βενιζέλος εν μέσω της προεκλογικής περιόδου του 1964 θα είχε αποφευχθεί η κρίση των Ιουλιανών. Και αυτό διότι ο Γεώργιος Παπανδρέου θα είχε ν’ αντιμετωπίσει μια ισχυρή φιλομοναρχική πτέρυγα εντός της Ένωσης Κέντρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 1951-52 ο Βενιζέλος ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Πλαστήρα, διαπραγματευτής για την είσοδο της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.
  • Αν κάποιος ανακουφίστηκε περισσότερο από την εκλογή του Καραμανλή το 1956, αυτή δεν ήταν άλλη από τη Φρειδερική. «Φθάσαμε στο χείλος του γκρεμού, αλλά την τελευταία στιγμή τον αποφύγαμε» έγραφε λίγο μετά τις εκλογές η βασίλισσα στον προσωπικό φίλο της στρατηγό Μάρσαλ.
  • Ο ετερόκλητος εκλογικός συνασπισμός της Δημοκρατικής Ένωσης ξεκινούσε από τον χώρο των Φιλελευθέρων του Παπανδρέου και του Βενιζέλου και έφθανε έως το -σε αποδρομή- Λαϊκό Κόμμα του Τσαλδάρη. Εξαιρετικό πολιτικό ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι εντός του συνασπισμού συμπεριλήφθηκε και η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, η οποία έξι μόλις χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου βρέθηκε στο ίδιο ψηφοδέλτιο με τον Τσαλδάρη, έναν εκ των σκληρότερων διωκτών της. Συγκολλητική ουσία όλων των μερών ήταν ένας πρώιμος αντι-καραμανλισμός. Η ΕΔΑ έλαβε 19 από τις 132 έδρες της Δημοκρατικής Ένωσης, όπως άλλωστε είχε συμφωνηθεί προεκλογικά μεταξύ του Ηλία Ηλιού και του Γεωργίου Παπανδρέου.
  • Αρκετά βράδια της περιόδου προ των εκλογών του Νοεμβρίου του 1974 ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής κοιμόταν είτε σε σκάφη που ήταν δεμένα σε διάφορες μαρίνες της Αττικής, είτε φιλοξενούνταν σε διαφορετικά σπίτια των Αθηνών. Κι αυτό διότι φοβόταν πιθανό ξέσπασμα νέου πραξικοπήματος, το οποίο ενδεχομένως να του κόστιζε και τη ζωή του. Όπως τελικά αποκαλύφθηκε στη Βουλή τον Φεβρουάριο του 1975, πράγματι ένας σκληρός πυρήνας χουντικών αξιωματικών προετοίμαζε νέο κίνημα, το οποίο έλαβε τότε το χαρακτηριστικό όνομα «πραξικόπημα της πιτζάμας». Το κίνημα πατάχθηκε αθόρυβα εν τη γενέσει του.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

 


 

Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Πλαστήρα μετά τις εκλογές του 1950, αλλά και υπουργός Συντονισμού στα κεντρώα κυβερνητικά σχήματα και πάλι με επικεφαλής τον «Μαύρο Καβαλάρη» το 1951-52, ο Γεώργιος Καρτάλης πιστώνεται τη δημοσιονομική ανασυγκρότηση της ρημαγμένης από τον Εμφύλιο ελληνικής οικονομίας. Ο Καρτάλης, προπολεμικά πολιτευτής, βουλευτής και δήμαρχος του Λαϊκού Κόμματος, έθεσε τις βάσεις για την πετυχημένη υποτίμηση του Μαρκεζίνη το 1953. Στον Καρτάλη οφείλεται επίσης μεγάλο μέρος της προγραμματικής σύγκλισης του κέντρου με την Αριστερά στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Ο πρόωρος θάνατός του τον Σεπτέμβριο του 1957 ανέτρεψε τις ισορροπίες στον κεντρώο χώρο. Θεωρείτο βέβαιο πως ο Βολιώτης νομικός και οικονομολόγος θα διαδραμάτιζε κομβικό ρόλο στις ηγετικές εξελίξεις του ευρύτερου φιλελεύθερου φάσματος.

 

 

 

 

 

Στις εκλογές του 1950 συμμετείχε και ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, ως αρχηγός του Νέου Κόμματος, λαμβάνοντας όμως μόλις 2,5% και 1 κοινοβουλευτική έδρα. Από τις αρχές του 1949 και πριν την οριστική λήξη του Εμφυλίου ο Μαρκεζίνης σχεδίαζε τη μετάβαση σε μια κυβέρνηση Παπάγου, ακόμα κι αν αυτή απαιτούσε την κατάλυση ορισμένων άρθρων του Συντάγματος. Τελικά ήταν λίγο αργότερα ο «αρχιτέκτονας» της νομιμόφρονος καθόδου του στρατάρχη στην πολιτική.

 

 

 

Οι Στέφανος Στεφανόπουλος και Παναγιώτης Κανελλόπουλος ήταν οι δύο επικρατέστεροι ως διάδοχοι του Παπάγου μετά τον θάνατο του τελευταίου τον Οκτώβριο του 1955. Όμως, ο μεν Στεφανόπουλος βαρυνόταν ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του Συναγερμού από το πογκρόμ εναντίον των Ελλήνων της Πόλης (Σεπτέμβριος 1955), αλλά και από τους χειρισμούς του στο Κυπριακό Ζήτημα, ο δε Κανελλόπουλος κατά γενική ομολογία δεν είχε δείξει τότε την απαραίτητη πυγμή για να αναλάβει τα ηνία της χώρας. Πόσω μάλλον αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα βρισκόταν σε κατάσταση μείζονος κρίσης, με όλο το σύστημα ασφαλείας (Βαλκανικό Σύμφωνο με Γιουγκοσλαβία, Τουρκία και συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ) που με κόπο είχε στηθεί τα τελευταία χρόνια, να βρίσκεται υπό παλλαϊκή αμφισβήτηση λόγω των δυσμενών εξελίξεων στο κυπριακό αίτημα για Ένωση του νησιού με την Ελλάδα.

 

 

 

Ευάγγελος Αβέρωφ και Σόλων Γκίκας ήταν τα πρόσωπα – «κλειδιά» στην κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 για την ομαλή μετάβαση στη Μεταπολίτευση. Υπουργός Άμυνας ο πρώτος και Δημόσιας Τάξης ο δεύτερος εγγυήθηκαν τη νομιμοφροσύνη των Ενόπλων Δυνάμεων και της Αστυνομίας. Ο μεν Γκίκας ήταν απόστρατος στρατηγός και επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ, ο δε Αβέρωφ υπήρξε συνομιλητής της χούντας του Παπαδόπουλου κατά την περίοδο της λεγόμενης «φιλελευθεροποίησης» του καθεστώτος.

ΑΡΧΕΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ